Συνηθίζουμε να θεωρούμε το χώρο ως μια αφηρημένη έννοια, μια αφηρημένη διάσταση μέσα στην οποία λαμβάνουν χώρα οι ανθρώπινες δραστηριότητες. Εντούτοις, ο χώρος δε συνιστά απλώς ένα «δοχείο» πράξεων και ενεργειών των ατόμων, αλλά εμπλέκεται ενεργά στην ανθρώπινη δραστηριότητα και εμπειρία. Ο χώρος, θα λέγαμε, είναι κοινωνικό και πολιτισμικό παραγόμενο, αλλά ταυτόχρονα συνιστά καθοριστικό παράγοντα στη διαμόρφωση ανθρώπινων δραστηριοτήτων και κοινωνικών σχέσεων. Μελετώντας τη χωρική διάταξη μιας κατοικίας, δύναται να αντλήσουμε συμπεράσματα και για τις συνήθειες και δραστηριότητες των ενοίκων. Αντίστροφα, ο σχεδιασμός του οικιακού χώρου μπορεί να οργανώσει την καθημερινή ζωή επηρεάζοντας τις έμφυλες σχέσεις. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, εγχειρήματα σχετικά με το cohousing (συλλογική κατοίκηση) αναδύονται ως ουσιαστικές προοπτικές προς μια κατεύθυνση εξομάλυνσης του οικιακού φόρτου εργασίας που βαραίνει παραδοσιακά τις γυναίκες και καλύτερης κατανομής του νοικοκυριού ανάμεσα στα δύο φύλα.
Προσπαθούμε λοιπόν να ανιχνεύσουμε τα κίνητρα και τις επιδιώξεις αυτού που ονομάζουμε συλλογική κατοίκηση. Κοινοτικές κατοικίες, συνεργατικό νοικοκυριό, κτίρια με κεντρική κουζίνα, συλλογική κατοικία, συνεργατικά πειράματα στέγασης. Διάφορα κείμενα έχουν γραφτεί κατά καιρούς για την έννοια της συλλογικής κατοίκησης και για τους τρόπους που εφαρμόζεται, εστιάζοντας στη συνεργατικότητα μεταξύ των κατοίκων, την προώθηση των κοινών, τη συμμετοχή των κατοίκων στο σχεδιασμό. Εμείς επιλέγουμε να εστιάσουμε κυρίως στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό αυτών των εγχειρημάτων και στην έμφυλη ταυτότητα του χώρου που διαμορφώνεται. Θεωρούμε πως ένας συλλογικός τρόπος χειρισμού της αναπαραγωγής του νοικοκυριού μέσα από το πρίσμα της συλλογικής κατοίκησης μπορεί να συμβάλει στο να αμβλυνθεί η ανισότητα των δύο φύλων στο κομμάτι αυτό. Σίγουρα δεν αρκεί, αλλά ίσως συντελεί σε μια ευρύτερη αλλαγή του τρόπου αντίληψης της αναπαραγωγής της καθημερινής ζωής.