editorial #9

Editorial, Δεκέμβρης 2020

Μπορεί να μοιάζει ότι έχουν περάσει σχεδόν 2 χρόνια απ’ την τελευταία φορά που τυπώσαμε κομπρεσέρ, αλλά μέσα στην εμπειρία του 2020 αντιληφθήκαμε και τον χρόνο με τις επιμέρους διαστάσεις του, αλλιώς. Καταλήξαμε ότι ο πιο αντικειμενικός χρόνος είναι ο φυσικός, είναι κυκλικός και ρυθμίζει τη ζωή στον πλανήτη. Είναι αυτός που επιδρά στην οργανική ύλη και την αποσυνθέτει σταδιακά, αυτός τελος πάντων που με το πέρασμα του αφήνει τα σημάδια του γύρω μας και στο σώμα μας και τον αντιλαμβανόμαστε ούτως ή άλλως πολύ καλά. Από κει και πέρα, η βίωση μιας περίεργης συστολοδιαστολής του χρόνου φέτος, ανέδειξε τον υποκειμενικό χρόνο, ατομικό και συλλογικό, έναντι του κατασκευασμένου χρόνου απ’ το παραγωγικό σύστημα. Ίσως ετεροχρονισμένα και σίγουρα με διαφορετικό τρόπο από σπίτι σε σπίτι κι από την μια άκρη του πλανήτη στην άλλη, βιώσαμε συλλογικά μια χωροχρονική πραγματικότητα που θα φάνταζε αλλοπρόσαλλη και παράλογη ιδέα, μόλις μερικούς μήνες νωρίτερα. Έτσι κάπως και η δική μας ομάδα α-συγχρονίστηκε κι αυτό το εντιτόριαλ είναι η τρίτη φορά που ξεκινάει να γράφεται. Αλλά, μία βδομάδα πριν την πρώτη γενική καραντίνα ήταν ακόμα πολύ νωρίς, η καραντίνα ήταν ενός είδους ψυχοσωματικό σοκ, το διάστημα μετά την καραντίνα ήταν αλλόκοτο και ήθελε τον χρόνο της η επαναπροσαρμογή και φτάνοντας στο φθινόπωρο τα πάντα μπορούν πια να συμβούν και μέσα σ’ αυτά να κυκλοφορήσει κι αυτό το τεύχος, εν μέσω δεύτερης γενικής καραντίνας.

Για τον χρόνο θα μιλήσει η κβαντοφυσική, αλλά για τη δική μας αντίληψη του χρόνου και της βίωσης του χώρου μέσα σ’ αυτόν, δηλαδή για το σώμα, το φύλο, την κοινωνική και συλλογική ζωή, την εργασία, την εκπαίδευση, την πόλη, τη φύση, για το κεφάλαιο και την πολιτική της πανδημίας, νιώσαμε την ανάγκη να συζητήσουμε κι εμείς όταν ξαναβρεθήκαμε Η συζήτηση αυτή αποτυπώθηκε στο CoViD-19: Αναδιαρθρώνοντας τον κόσμο/ Ζωή σε 9 οικοδομικά τετράγωνα. Είναι ένα κείμενο όπου καταγράφουμε τις σκέψεις μας και την αντίληψη μας για την ατομική και τη συλλογική εμπειρία της πανδημίας, αποτυπώνοντας τις επιδράσεις της στο χώρο ανεβαίνοντας κλίμακες, μιας και οι διαστάσεις της είναι πολλές. Για την ακρίβεια είναι όλες οι διαστάσεις του αντιληπτού χώρου: φυσικού, κοινωνικού, πολιτικού και οικονομικού.

Εν τω μεταξύ, όσο εμείς ήμαστε σε καραντίνα, η κυβέρνηση προετοίμαζε το έδαφος για να νομοθετήσει ενάντια στο δικαίωμα στη διαδήλωση, ενώ στο γενικότερο πλαίσιο επίθεσης στον δημόσιο χώρο και της σαρωτικής εκκαθάρισης του αστικού τοπίου, προχωρούσε σε έργα αστικής ανάπλασης κατά το δοκούν. Εκτός απ’ τις συνεχείς εκκενώσεις καταλήψεων στέγης και ενεργών κοινωνικών χώρων, η κυβέρνηση και ο δήμος Αθηναίων επιδόθηκαν σε επεμβάσεις στην πόλη, που λίγη σχέση έχουν με την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία… ή έστω με την αισθητική. Με την πλατεία Ομόνοιας εγκαινιάστηκε ένας νέος τρόπος αστικών επεμβάσεων και με τον Μεγάλο Περίπατο καταλάβαμε ότι έτσι θα γίνεται στο εξής. Παράνομες και υπερκοστολογημένες αναθέσεις, έργα που κανένας δεν μελέτησε και κανένας δεν ενέκρινε, κάτω απ’ τις άμεσες εντολές του τουριστικού κεφαλαίου. Τη νέα πλατεία Ομόνοιας τη σχολιάζουμε στο κείμενο μας Για μια πολεοδομία που ακούει τους ειδικούς. Παρεμβάσεις στο δημόσιο χώρο του κέντρου της Αθήνας. Ο Μεγάλος Περίπατος θα κοβόταν σαν μακέτα ακόμα και στο 1ο έτος της αρχιτεκτονικής, καθόλου περίεργο που την έκοψε και το ΣτΕ.

Το τεύχος αυτό άρχισε να δομείται πάνω στη θεματική πόλη και εμπόρευμα. Συγκεκριμένα, πώς οι πόλεις σαν πεδία οικονομικού ανταγωνισμού μεταλλάσσονται στο πλαίσιο της μείωσης της κρατικής στήριξης και ανταγωνίζονται η μία την άλλη σε μια στρατηγική προσέλκυσης κεφαλαίου, που θα αποκομίζει υπεραξία παράγοντας εμπορεύματα ή μετατρέποντας αυτές τις ίδιες τις πόλεις σε εμπόρευμα. Σ’ αυτό το πλαίσιο διαμορφώνεται και ο αναπτυξιακός λόγος που περιβάλλει την πολιτική επιχειρηματοποίησης των πόλεων, στον οποίο αναφέρεται το κείμενο Σλόγκαν που ταξιδεύουν και συμπλέουν με τη νεοφιλελευθεροποίηση της πόλης. Συγκεκριμένα, επικεντρώνεται στην «ανθεκτική» πόλη και στις πολιτικές της «ανθεκτικότητας» ως μίας στρατηγικής διακυβέρνησης, που από τη μία έχει στόχο την προσαρμοστικότητα του ατόμου σε περαιτέρω ταξική εκμετάλλευση και πολιτική καταπίεση κι από την άλλη διευκολύνει, ως οικονομική πολιτική στον αστικό χώρο, την είσοδο του κεφαλαίου στις πόλεις στις οποίες έχει ήδη προηγηθεί κάποιου είδους καταστροφή.
Σαν ακραία έκφανση των πολιτικών προσέλκυσης κεφαλαίου, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και συγκεκριμένα στις Η.Π.Α, ο ανταγωνισμός μεταξύ των πόλεων για να εξασφαλίσουν κεφάλαια ώστε να επιβιώσουν, οδηγεί πόλεις να στραφούν επιχειρηματικά στην κατασκευή και λειτουργία ιδιωτικών φυλακών. Αναπόφευκτα, οι τόποι όπου δημιουργούνται, μεταλλάσσονται τόσο χωρικά, όσο κοινωνικά και οικονομικά, λόγω και της εργασίας που προσφέρουν στον ντόπιο πληθυσμό. Η απλήρωτη εργασία στις φυλακές, είναι ακόμα μία πτυχή αυτού του είδους «σωφρονιστικών» ιδρυμάτων, στα οποία αναφέρεται το κείμενο Κοιλάδες με κάγκελα στη χώρα της ελευθερίας: ιδιωτικές φυλακές, εργασία και πόλη στις Η.Π.Α..

Ο τουρισμός, σαν ένας ακόμα σημαντικός ρυθμιστικός παράγοντας του εμπορίου της πόλης, μας απασχόλησε συγκεκριμένα με τις επιπτώσεις του στη στέγαση μας, σε μια περίοδο που είχε ανοίξει ο κινηματικός διάλογος για τις επιπτώσεις του Airbnb. Στο κείμενο Μια κριτική της Πολιτικής Οικονομίας του AirBnB προσεγγίσαμε αυτό το φαινόμενο, τις κοινωνικές και οικονομικές του επιπτώσεις και την οργάνωση της πόλης σαν τουριστικό θέρετρο, παρά σαν τόπο που εξυπηρετεί τις καθημερινές ανάγκες των κατοίκων της για στέγαση, μετακίνηση, κοινωνικότητα. Ψάχνοντας τρόπους αντίστασης στην ισοπέδωση του δικαιώματος στην κατοικία απ’ την τουριστική βραχυπρόθεσμη ενοικίαση, αναζητήσαμε παραδείγματα κινημάτων που αντιστέκονται στην αγορά ακινήτων και στους ιδιοκτήτες και υπερασπίζονται την κατοίκηση σαν θεμελιώδη ανάγκη έναντι των κερδών τους. Στη Βαρκελώνη είναι ενεργό ένα από τα πιο μακροχρόνια και δυναμικά κινήματα στην Ευρώπη και στο κείμενο Αστική τουριστικοποίηση και κοινωνικά κινήματα συγκεντρώνονται δράσεις, τρόποι αντίστασης και η οργάνωση του, που έχει φέρει μικρές και μεγαλύτερες νίκες των ενοικιαστών έναντι της αγοράς.

Ταυτόχρονα, σε όλον τον πλανήτη είναι ενεργή η κοινωνική εξέγερση από τις αρχές του 2000, σαν απάντηση στην αδικία και την απανθρωποποίηση της ζωής, που ακόμα μια φορά εντείνονται με την πολιτική διαχείρισης της πανδημίας απ’ τον καπιταλισμό. Ζητήματα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και πολιτικά, στη βάση της οικονομικής εξαθλίωσης του πληθυσμού, πυροδοτούν εξεγέρσεις στη Λατινική Αμερική, στις Η.Π.Α., την Ασία και την Ευρώπη. Οι κοινωνίες αντιστέκονται στην αστυνομοκρατία, τα διεθνοποιημένα κινήματα πλέον αναζωπυρώνονται άμεσα και δυναμικά και οι διαδηλώσεις παίρνουν μορφή ντόμινο, κάτι που πέτυχε η παγκοσμιοποίηση και τα νέα μέσα επικοινωνίας. Οι διεκδικήσεις γίνονται γρήγορα καθολικές, όπως συνέβη με το κίνημα για τα δικαιώματα των μαύρων, που για πρώτη φορά πήρε συγχρονισμένα παγκόσμια διάσταση. Μεταφράσαμε το κείμενο Νεκρο-σύμβολα, ή ο θάνατος σε βίντεο που δίνει μια ερμηνεία για το πως συνέβη αυτό και για τον ρόλο της οπτικοακουστικής καταγραφής της καταπίεσης και του θανάτου από τα κάτω.

Η ροή του τεύχους ξεκινάει με ένα κείμενο-σφήνα, στην πραγματικότητα τα σχόλιά μας για τα ζητήματα της επικαιρότητας, που κυριάρχησαν στις κουβέντες των συναντήσεων μας.

Καλή ανάγνωση!

***
Εκτός απ’ το να ολοκληρώνουμε αυτό το τεύχος, οι συζητήσεις μας αυτό το διάστημα έχουν επικεντρωθεί σε δύο θέματα, που στην πραγματικότητα είναι τρία. Αφενός στη συνεχιζόμενη μετανάστευση προς την ευρώπη και στην από πλευρά της αντιμετώπιση των εκτοπισμένων πληθυσμών με πολεμικούς όρους, φανερώνοντας τον ακραίο ρατσισμό της. Αφετέρου, στο ενεργειακό ζήτημα (απ’ τη φρενίτιδα της εξόρυξης υδρογονανθράκων έως τις ανεμογεννήτριες και την καύση σκουπιδιών) και τη συνακόλουθη περιβαλλοντική καταστροφή που αυτό δημιουργεί. Παρατηρώντας μακροσκοπικά αυτά τα ζητήματα, τη μαζική μετακίνηση πληθυσμών και την περιβαλλοντική καταστροφή, θα έλεγε κανείς ότι αποτελούν εκφάνσεις του ίδιου πράγματος: μιας ιστορικής καμπής που χαρακτηρίζεται από μιλιταριστικές και εθνικιστικές ρητορικές, που κινητοποιούνται από τον καπιταλισμό σε συνθήκες κρίσης και σύγκρουσης, εξαντλώντας τη βαρβαρότητά τους και με αφορμή την πανδημία.

Σ’ αυτήν τη συγκεκριμένη συγκυρία λοιπόν, το πληγωμένο τουριστικό θέρετρο της ανατολικής Μεσογείου, με μια ιλαροτραγική ακροδεξιά κυβέρνηση να ηγείται και να την ακολουθεί το εκφασισμένο κομμάτι της κοινωνίας, βρυχάται απέναντι σ’ αυτούς κι αυτές που ήταν πάντα το κατ’ εξακολούθηση εύκολο θύμα της ιστορίας, τους πρόσφυγες. Η Μόρια κάηκε, η Μόρια πάει. Με την πυρπόληση της φυλακής τους οι κρατούμενοι πρόσφυγες καταφέρνουν να σπάσουν τον εγκλεισμό τους, έστω προσωρινά. Μερικές χιλιάδες τυχεροί και τυχερές θα καταφέρουν να μεταφερθούν στην ενδοχώρα αλλά δεν γίνεται να φύγουν όλοι από το νησί. Η Μόρια 2.0 ξαναχτίζεται άμεσα, επαναδημιουργώντας το δυστοπικό τοπίο των εξοριών στα νησιά του μετεμφυλίου και της χούντας. Το ΠΙΚΠΑ, που φιλοξένησε χιλιάδες πρόσφυγες από το 2012 και τα τελευταία χρόνια προσέφερε σπίτι και φροντίδα σε ευάλωτες ομάδες, εκκενώνεται ξημερώματα από τα ΜΑΤ, ενώ και ο πρώτος καταυλισμός στο Καρά Τεπέ, που λειτουργεί επίσης στη βάση της ανθρώπινης διαβίωσης, έχει λάβει τελεσίγραφο εκκένωσης. Στη Μυτιλήνη τα μέτωπα είναι καθορισμένα και πλέον παραταγμένα, σίγουρα απ’ τη μία πλευρά. Οι μπάτσοι και οι φασίστες διαχειρίζονται την «κρίση», τρομοκρατώντας και προπηλακίζοντας πρόσφυγες, εργαζόμενους σε Μ.Κ.Ο., αλληλέγγυους και αλληλέγγυες στους δρόμους της Λέσβου.
Στην πραγματικότητα όμως, όλα αυτά είχαν ξεκινήσει στο τέλος του Φεβρουαρίου, με την εκστρατεία του Χρυσοχοΐδη στα νησιά της Λέσβου και της Χίου, με σκοπό την κατασκευή κλειστών στρατοπέδων συγκέντρωσης. Τότε έγινε σαφές ότι κανένας στα νησιά δεν θέλει τα κλειστά κέντρα: οι ίδιοι οι πρόσφυγες, οι αλληλέγγυοι, οι οργανώσεις, οι νησιώτες με κοινή λογική και το τελευταίο φασιστικό κατακάθι, αντιστάθηκαν στην κατασκευή κλειστών κέντρων. Με διαφορετικές πρακτικές και δράσεις, απ’ τη μία οι αλληλέγγυοι και απ’ την άλλη οι φασίστες του νησιού, ανάγκασαν την αστυνομία να υποχωρήσει και να ματαιωθεί η επιχείρηση. Ωστόσο, τότε ήταν που ανέβηκε στην επιφάνεια ο φασιστικός όχλος, που χρόνια τώρα γιγαντωνόταν στα νησιά απ’ την ήδη υπάρχουσα μαγιά, αλλά η ανικανότητα προστασίας και ενσωμάτωσης των προσφύγων ήταν οι ιδανικές συνθήκες για να φουσκώσει και να σκάσει μόλις βρέθηκε ευκαιρία. Κι ενώ η πανδημία μας δίδασκε ότι σύνορα δεν υπάρχουν για να αναχαιτίσουν μερικούς «εχθρούς», όπως οι ιοί, αλλά υπάρχουν σύνορα για τους κατατρεγμένους, ξεκίνησε η εμπλοκή στα χερσαία σύνορα με τη «μάχη του Έβρου» να εμπλουτίζει τη ρητορική μίσους. Η διακρατική συμπλοκή για πρώτη φορά έγινε μέσα σε θολά όρια δράσης στρατού και αστυνομίας και το ίδιο θολός ήταν και ο αντίπαλος. Το κράτος της Τουρκίας και οι πρόσφυγες έγιναν ένας εχθρός που έπρεπε να αναχαιτιστεί. Όσο ξαφνικά ξεκίνησε η εμπλοκή στα σύνορα, το ίδιο ξαφνικά σταμάτησε η προβολή της από τα μ.μ.ε., έχοντας όμως παίξει τον καταλυτικό της ρόλο στην εθνικιστική προπαγάνδα, αλλά και για μας ως μονάδα μέτρησης της διάχυσης του φασισμού. Η καταδίκη των ηγετικών στελεχών της Χ.Α. μπορεί να δίνει μια ανάσα σ’ αυτή την χρονική συγκυρία, αλλά μένει να νικηθεί και ο φασισμός έξω απ’ τις δικαστικές αίθουσες.

Η δημιουργία των κλειστών στρατοπέδων μπορεί να ματαιώθηκε για την ώρα, αλλά η κυβέρνηση και η ε.ε. κάνουν τα πάντα για να στείλουν τους πρόσφυγες πίσω στις χώρες τους. Όλες οι γνωστές πρακτικές κι άλλες νέες, που μόνο σκοπό έχουν να κάνουν τη ζωή των προσφύγων εδώ κόλαση, είναι σε πλήρη εξέλιξη: επαναπροωθήσεις με εκφοβισμό και βασανιστήρια μέσα στη θάλασσα, κόψιμο επιδομάτων, διακοπή αιτήσεων για άσυλο, εκκενώσεις καταλήψεων στέγης, διακοπή παροχής στέγασης, πλήρης εγκλεισμός στα καμπς, ατελείωτες αναμονές στις ουρές διανομής φαγητού, κοινωνικός αποκλεισμός και ρατσισμός με αφορμή την πανδημία, ένοπλοι φασίστες, ένστολοι και μη, απέναντί τους, κλειστά σύνορα, πάντα. Το αποτέλεσμα είναι η αύξηση των εθελούσιων επαναπατρισμών και για όσους αυτό δεν αποτελεί επιλογή, η παραμονή στην ελλάδα έχει γίνει αργό βασανιστήριο, με την επανάληψη του τραύματος του πολέμου σε όλα τα επίπεδα: εγκλεισμός, μη ασφαλής κατοικία, έλλειψη φαγητού, υγειονομικός κίνδυνος, βίαιες κατασταλτικές επιχειρήσεις, φόβος και αβεβαιότητα για την επόμενη μέρα. Στην πραγματικότητα συντελείται έγκλημα πολέμου, εξόντωση άμαχου πληθυσμού μέσα και έξω απ’ τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Τη διακρατική συμπλοκή στον Έβρο με πρόσχημα το προσφυγικό, στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω, την αντιλαμβανόμαστε ως το ένα πεδίο των γεωπολιτικών ανταγωνισμών για την περιοχή της ΝΑ Μεσογείου. Το άλλο πεδίο που μας δείχνει ότι το γεωπολιτικό ενδιαφέρον για την περιοχή είναι διαρκώς αυξανόμενο και ιδιαίτερα έκρυθμο είναι το ζήτημα της ενέργειας. Ο κοινός τους τόπος είναι ότι και τα δύο προμοτάρονται απ’ την κυριαρχία ως κρίσιμα για την ευρωπαϊκή σταθερότητα και ασφάλεια, πολιτισμική στη μία περίπτωση κι ενεργειακή στην άλλη.

Για μας, η βιασύνη των εγχώριων ελίτ και των κυβερνήσεων Ελλάδας, Κύπρου και Τουρκίας για οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών και κήρυξη ΑΟΖ με σκοπό την εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων που υπάρχουν στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου προσθέτει έναν ακόμη λόγο ανταγωνισμού μεταξύ τους. Γενικότερα, το ζήτημα της ενέργειας αποτελεί έναν ακόμα καθοριστικό παράγοντα διαμόρφωσης της γεωπολιτικής θέσης (και των γεωπολιτικών συσχετισμών μεταξύ) των κρατών. Επηρεάζει επίσης τις πολιτικές διακυβέρνησης εντός των κρατών, μετασχηματίζει τη γεωγραφία ολόκληρων περιοχών, εκτοπίζει πληθυσμούς και καταστρέφει με πολλαπλούς τρόπους το φυσικό περιβάλλον (αποψιλώσεις δασών, καταστροφή οικοτόπων, ρύπανση θαλασσών και υδροφόρου ορίζοντα).
Σήμερα, το σύνολο σχεδόν της δυτικής Ελλάδας, όλο το Ιόνιο Πέλαγος, οι θαλάσσιες περιοχές στα ανοικτά των δυτικών ακτών της Πελοποννήσου μέχρι το νοτιοανατολικό άκρο της Κρήτης, συμπεριλαμβανομένου και του Λιβυκού Πελάγους, είναι οι αδειοδοτημένες χερσαίες και θαλάσσιες εκτάσεις για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων. Οι παραπάνω εκτάσεις έχουν παραχωρηθεί σε εθνικές και πολυεθνικές επιχειρήσεις, κάποιες απ’ τις οποίες (όπως η EXXON MOBIL, η TOTAL, η EDISON, η REPSOL) αποτελούν τους ενεργειακούς κολοσσούς στην εξόρυξη υδρογονανθράκων παγκοσμίως. Στο πλαίσιο του αντίστοιχου μοιράσματος στην ανατολική Μεσόγειο, αυτήν την περίοδο παρατηρούμε μία απ’ τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις ναυτικών δυνάμεων και μία νέα κούρσα εξοπλισμών. Πολεμικά πλοία και στρατιωτικές ασκήσεις αποδεικνύουν το πολεμικό κλίμα που δημιουργούν οι κυβερνήσεις και την εξαιρετική ένταση που επικρατεί στην περιοχή.

Όπως ακριβώς συμβαίνει και με το προσφυγικό ζήτημα, η γεωπολιτική των υδρογονανθράκων μας απασχολεί ιδιαίτερα, καθώς ανάγεται σε εθνικό ζήτημα και συνδέεται ευθέως με μιλιταριστικές και εθνικιστικές ρητορικές, που έχουν στόχο την κοινωνική νομιμοποίηση αυτών των έργων, ανάγοντάς τα σε πατριωτικό καθήκον διαφύλαξης του δικαιώματος των κυβερνήσεων να σύρουν τις χώρες σε πολεμικές επιχειρήσεις. Η συνένωση της εθνικιστικής με την αναπτυξιακή ρητορική στο πεδίο των εξορύξεων στην ανατολική Μεσόγειο αποτελεί το βασικό ιδεολόγημα των αρχουσών τάξεων (στη συγκεκριμένη περίπτωση Ελλάδας, Κύπρου και Τουρκίας) για να επιτύχουν την κοινωνική συναίνεση των «υπηκόων» τους. Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι κινήσεις αντίστασης των από κάτω στα καταστροφικά «έργα» του κεφαλαίου και του κράτους χαρακτηρίζονται ως εθνικά επικίνδυνες, με σκοπό την εχθρική αντιμετώπιση τους από το εθνικιστικό ακροατήριο ώστε να επιτευχθεί πιο ανέξοδα η περιθωριοποίηση και τελικά η καταστολή τους. Επομένως, ενώ η προσπάθεια για διευθέτηση των ισορροπιών στην περιοχή γίνεται προφανώς προς όφελος της καπιταλιστικής συσσώρευσης και επέκτασης, η κοινωνική αντίσταση, τόσο ενάντια στην επερχόμενη καταστροφή που προκαλούν οι εξορύξεις υδρογονανθράκων όσο και στο πολεμικό κλίμα που δημιουργούν οι κυβερνήσεις, είναι επιβεβλημένη.

Η κακοποίηση που υφίστανται τα φυσικά οικοσυστήματα και η έμβια ζωή του πλανήτη απ’ τις εξορύξεις και τα κάθε λογής αναπτυξιακά έργα δεν είναι κάτι καινούριο. Ωστόσο, η καπιταλιστική επίθεση στη φύση και την κοινωνία κορυφώνεται αυτήν την περίοδο στο εγχώριο τοπίο, με αποκορύφωμα τη βιομηχανική χωροθέτηση μορφών παραγωγής ενέργειας που βαφτίζονται πράσινες, όπως η αιολική, η ηλιακή και η βιοενέργεια. Ακριβώς αυτή η βιομηχανική τους χωροθέτηση (και ως εκ τούτου η χωρική τους επέκταση) ακυρώνει και τα όποια οφέλη τους. Η μικρή κλίμακα, η αποκεντρωμένη δομή και ο κοινωνικός έλεγχος της ενέργειας, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ενεργειακή αυτάρκεια των τοπικών κοινωνιών, ακυρώνονται. Αντ’ αυτού, παρατηρούμε την επιθετική εξάπλωση της βιομηχανικής ανάπτυξης (τόσο με νέες εξορύξεις όσο και με ΒΑΠΕ), η οποία ενισχύει την ενεργειακή φρενίτιδα με πρόσχημα την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την περιβαλλοντική προστασία που υποτίθεται ότι θα επέλθει με την από-λιγινιτοποίηση της χώρας και την απεξάρτησή της απ’ τα ορυκτά καύσιμα. Δηλαδή, ο πράσινος καπιταλισμός κινείται πλάι-πλάι και συμπληρώνει τις πιο ρυπογόνες μορφές παραγωγής ενέργειας που βασίζονται στις εξορύξεις υδρογονανθράκων και μετάλλων.
Άλλωστε, η πρώτη συγκέντρωση μετά την καραντίνα ήταν ενάντια στην ψήφιση του αντιπεριβαλλοντικού νομοσχεδίου, το οποίο μεταξύ άλλων περιλαμβάνει τη διευκόλυνση των επενδύσεων για τις Βιομηχανικές ΑΠΕ (ΒΑΠΕ), τις εξορύξεις και την καύση σκουπιδιών ώστε να τροφοδοτηθούν με καύσιμο οι τσιμεντοβιομηχανίες, στο όνομα πάντα της πράσινης ανάπτυξης. Σε αυτό το σημείο να προσθέσουμε ότι οι κάθε λογής ΒΑΠΕ που χωροθετούνται και αναπτύσσονται σε βουνά και νησιά εντάσσονται στην ίδια λογική καπιταλιστικής συσσώρευσης και επέκτασης με τις εξορύξεις υδρογονανθράκων. Απ’ τις χιλιάδες ανεμογεννήτριες που αναμένεται να κατασκευαστούν στα νησιά και τα βουνά ως την καύση σκουπιδιών η λεηλασία της γης και η επίθεση στα δικαιώματα και στις ζωές μας είναι πολύπλευρη. Η συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση σε ενέργεια θα ισοπεδώσει τόπους, άμεσα και έμμεσα, θα καταστρέψει φυσικούς πόρους και θα εκτοπίσει τοπικούς πληθυσμούς. Το δυστοπικό τοπίο περιέχει εγκαταλελειμμένους οικισμούς, ρημαγμένες ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά, μολυσμένα νερά και υπέδαφος μέσα σε πρότινος παρθένα δάση και φυσικά τοπία ανυπολόγιστης αξίας.

Όμως τα δυσοίωνα σενάρια δεν τελειώνουν εδώ. Με το νέο Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) 2020-2030 δημιουργούνται μονάδες καύσης που θα καίνε πλαστικά και λοιπά σκουπίδια ως καύσιμα. Προβλέπεται ότι θα κατασκευαστούν 4 εργοστάσια καύσης απορριμμάτων, εκτός των ήδη υπαρχόντων τσιμεντοβιομηχανιών, ενώ σκουπίδια θα καίγονται και στους ατμοηλεκτρικούς σταθμούς, θέτοντας σε άμεσο κίνδυνο την υγεία μας. Όπως η καταστροφή των φυσικών πόρων ονομάζεται έργο, έτσι και η επιβολή της καύσης σκουπιδιών ονομάζεται «διαχείριση στερεών και υγρών αποβλήτων» και τα σκουπίδια «εναλλακτικά καύσιμα». Ήδη σε πολλές πόλεις το νερό είναι ακατάλληλο για πόση, με χαρακτηριστική περίπτωση αυτή του Βόλου. Μέχρι τώρα οι τόνοι πλαστικών σκουπιδιών που καταναλώναμε έμπαιναν υποτίθεται στο δίκτυο ανακύκλωσης, δηλαδή στοιβάζονταν και στέλνονταν στην Κίνα ή τέλοσπαντων κάπου μακριά μας, κάπου στην Ασία. Μέσα στον Αύγουστο οι δύο πυρκαγιές σε εργοστάσια ανακύκλωσης, και οι οκτώ συνολικά τον τελευταίο χρόνο, σκιαγραφούν πλήρως τον εγκλωβισμό μας σ’ αυτόν τον φαύλο κύκλο πλαστικής κατανάλωσης. Πάλι στον Βόλο αλλά όχι μόνο, στο Αλιβέρι της Εύβοιας, στη Θεσσαλονίκη, στη Φυλή (και ο κατάλογος συνεχίζεται…) η καύση μαυρίζει τον ουρανό, τις ζωές και τα πνευμόνια μας. Αν δεν ανατρέψουμε τις προθέσεις τσιμεντοβιομηχάνων, των φερέφωνων δημάρχων, των περιφερειαρχών και της κυβέρνησης, η καθημερινότητα στις πόλεις μας φαντάζει ζοφερή. Η εξυπηρέτηση των τσιμεντοβιομηχάνων, οι οποίοι αποκτούν πρώτη ύλη για καύση, είτε επιδοτούμενη είτε με μηδενικό κόστος, και των εργολάβων που αναλαμβάνουν την κατασκευή και τη διαχείριση των εργοστασίων καύσης, αποτυπώθηκε ζοφερά στη βία και την ακραία καταστολή που ασκήθηκε απ’ τους μπάτσους στους πολίτες του Βόλου στη διαδήλωση της 13ης Ιουνίου. Ο θάνατος του Βασίλη Μάγγου έναν μήνα μετά τον ξυλοδαρμό του on camera απ’ την αστυνομία, αλλά και τον βασανισμό του μέσα στην Ασφάλεια, επισφράγισε με τον πλέον τραγικό τρόπο την ένταση της βίας της εξουσίας. Οι εκατοντάδες πολίτες που πήγαν στην αστυνομική διεύθυνση και στα δικαστήρια για να συμπαρασταθούν στους συλληφθέντες της πορείας δείχνουν ότι οι αντιδράσεις της κοινωνίας του Βόλου δεν φιμώνονται. Mας φωνάζουν να μη συνηθίσουμε τον θάνατο, αλλά να αντισταθούμε απέναντι σε ένα ρυπογόνο πολιτισμό, που είναι συνυφασμένος με τη λεηλασία και την εκμετάλλευση.
Όπως και στην περίπτωση των Σκουριών πριν κάποια χρόνια, έτσι και στην περίπτωση του Βόλου σήμερα, οι κατασταλτικοί μηχανισμοί (κράτος-μπάτσοι-δικαστές) δείχνουν να βιάζονται. Βιάζονται να φυλακίσουν αγωνιστές μέσω της τρομοκρατικής τους αστικής δικαιοσύνης. Η συνταγή επίσης χιλιομαγειρεμένη. Βαριά κατηγορητήρια, μακρόχρονοι δικαστικοί αγώνες, διασπορά φόβου και διχόνοιας, κάθε φορά που ένα κίνημα ξεπερνά τα αποδεκτά όρια της απλής διαμαρτυρίας. Μέσω της καταστολής, των διώξεων και της ποινικοποίησης των αγώνων που ξεσπούν κατά τόπους, επιχειρούν να κάμψουν τις κοινωνικές αντιστάσεις. Τα τελευταία χρόνια πολλές κινηματικές συλλογικότητες ενάντια στις ΒΑΠΕ, στην εξόρυξη υδρογονανθράκων, στην καύση και τη ρύπανση συντονίζονται και δίνουν έναν πολύμορφο αγώνα για να ματαιώσουν τα επενδυτικά πλάνα περιβαλλοντικής λεηλασίας και εξυπηρέτησης των συμφερόντων του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος. Διεκδικούν κοινωνικό έλεγχο, συμμετοχή στον ενεργειακό σχεδιασμό και διαμορφώνουν το κοινωνικό μέτωπο αμφισβήτησης και ανατροπής, αρνούμενες να υποταχθούν σε ένα καταστροφικό ενεργειακό μοντέλο για να κερδοφορήσει η ίδια ελίτ που ελέγχει και σήμερα την παραγωγή ενέργειας και τις εξορύξεις.

Ενώ λοιπόν, κράτος και κεφάλαιο απλώνουν το συρματόπλεγμα που συνδέει την εκμετάλλευση και την καταπίεση των μεταναστών με τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς και τη λεηλασία της γης όλων μας, απέναντί τους, όλες και όλοι εμείς, αγωνιζόμαστε για ζωή και αξιοπρέπεια, για γη και ελευθερία.

Δημοσιεύθηκε στην Χωρίς κατηγορία και χαρακτηρίσθηκε , , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.